- ερωτοαπόκρισις
- ἐρωτοαπόκρισις, ἡ (Μ)βλ. ερωταπόκριση.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ερωταπόκριση — η (Μ ἐρωταπόκρισις και ἐρωτοαπόκρισις) ο διαλογικός τρόπος συζήτησης, ερώτηση και απόκριση νεοελλ. φρ. «κατ’ ερωταπόκριση» διαλογικά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ερώτησις + απόκρισις] … Dictionary of Greek